Το κείμενο ανάλυσης εξετάζει την κατάσταση της τουρκοκυπριακής οικονομίας και πιο συγκεκριμένα τις επιπτώσεις από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Εξηγεί πως, παρά το ότι έχουν υπάρξει κάποιες θετικές επιπτώσεις στην τουρκοκυπριακή οικονομία από τον πόλεμο στην Ουκρανία, αυτές είναι περιορισμένες γεωγραφικά και επικεντρώνονται στους τομείς των ακινήτων, κατασκευών και τουρισμού. Την ίδια ώρα, όμως, υπάρχουν και σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις από τον πόλεμο λόγω του αυξημένου πληθωρισμού που προκλήθηκε, κυρίως με την άνοδο των τιμών της ενέργειας, των καυσίμων και των τροφίμων που επηρεάζει την πλειοψηφία της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Αυτό δημιουργεί μεγάλα προβλήματα για τα τουρκοκυπριακά νοικοκυριά και προκαλεί απώλεια ανταγωνιστικότητας για τις τουρκοκυπριακές βιομηχανίες, μεγεθύνοντας τις δημοσιονομικές ανισορροπίες.
Δεδομένου ότι το χρηματοπιστωτικό σύστημα στα κατεχόμενα είναι συνδεδεμένο με το τουρκικό χρηματοπιστωτικό σύστημα, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δεν έλαβαν καμία περαιτέρω απόφαση σχετικά με κυρώσεις που στοχεύουν τη Ρωσία ή άτομα που είχαν σχέσεις με το ρωσικό κράτος. Σαν αποτέλεσμα υπήρξαν αυξημένες ροές κεφαλαίου από την Ρωσία, ιδίως στον κατασκευαστικό τομέα. Μετά την έναρξη του πολέμου, παρατηρήθηκαν αυξημένες αφίξεις ατόμων από τη Ρωσία στα κατεχόμενα. Από τις 1,634,560 αφίξεις στο αεροδρόμιο Τύμβου / Ερκάν το 2022, ο αριθμός των αφίξεων ατόμων από τη Ρωσία ήταν 32,442 (έναντι 5,500 το 2021) ενώ, την ίδια ώρα, από την Ουκρανία ήταν 8,410 (έναντι 3,054 το 2021).